Σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα
Ο καρπιαίος σωλήνας είναι ένα οστεο-ινώδες κανάλι στον καρπό. Τα τοιχώματα του είναι τα οστά του καρπού και η οροφή του καλύπτεται από μια ινώδη ταινία, τον εγκάρσιο σύνδεσμο. Μέσα από αυτό το κανάλι-σωλήνα διέρχεται το μέσο νεύρο και οι 9 καμπτήρες τένοντες τον δακτύλων. Ο καρπιαίος σωλήνας δεν διαθέτει ελαστικότητα, οπότε οποιαδήποτε αιτία μειώνει το χώρο του εσωτερικά έχει αποτέλεσμα την πίεση του μέσου νεύρου, την διαταραχή της λειτουργίας του και την εμφάνιση συμπτωματολογίας.
Συνήθης αιτία πίεσης είναι το οίδημα-διόγκωση του υμένα που καλύπτει τους τένοντες και παρατηρείται σε πολλές μεταβολικές, ενδοκρινολογικές και ρευματολογικές παθήσεις. Έτσι, το σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα είναι πιο συχνό σε ανθρώπους με διαβήτη, θυρεοειδοπάθεια, ρευματοειδή αρθρίτιδα, κα. Οι ορμονικές μεταβολές της εγκυμοσύνης και της εμμηνόπαυσης μπορούν επίσης να το προκαλέσουν. Συχνά υπάρχει και κληρονομικότητα όπου ο καρπιαίος σωλήνας είναι πιο μικρός ή ο εγκάρσιος σύνδεσμος είναι πιο παχύς ή υπάρχουν άλλες ανατομικές παραλλαγές. Επαγγέλματα με συνεχή καταπόνηση του καρπού σε κάμψη και λαβή μπορεί να εμφανίσουν το σύνδρομο συχνότερα. Τραυματισμοί του καρπού ή όγκοι, όπως γάγγλια, λιπώματα και κύστες, είναι επίσης πιθανοί αιτιολογικοί παράγοντες. Εκτός από όλες τις παραπάνω πιθανές αιτίες, υπάρχει και ιδιοπαθές σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα στο οποίο δεν ανευρίσκεται αιτιολογικός παράγοντας. Η αιτιολογία είναι σημαντική για την πρόγνωση και την επιλογή θεραπείας, καθότι σε μερικές περιπτώσεις η αιτία είναι αναστρέψιμη.
Το μέσο νεύρο παρέχει αισθητική νεύρωση στην παλαμιαία επιφάνεια του αντίχειρα, του δείκτη, του μέσου και της έσω επιφάνειας του παράμεσου δακτύλου, ενώ παρέχει και κινητική νεύρωση σε μυς του χεριού. Η πίεση στο μέσο νεύρο στο σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα έχει αποτέλεσμα την δυσλειτουργία του, η οποία εκδηλώνεται με μουδιάσματα στα παραπάνω δάκτυλα και πόνο στο χέρι ή στον καρπό που μπορεί να επεκτείνεται στο αντιβράχιο και τον αγκώνα. Σε προχωρημένα στάδια υπάρχει ατροφία σε μυς του αντίχειρα, δυσχέρεια σε εκτέλεση λεπτών κινήσεων και πτώση αντικειμένων. Τα συμπτώματα την ημέρα εκδηλώνονται περισσότερο σε δραστηριότητες με επαναλαμβανόμενη κάμψη του καρπού. Την νύχτα η παρατεταμένη θέση του καρπού σε κάμψη μπορεί να προκαλέσει εντονότερα συμπτώματα και να ξυπνήσει τον ασθενή. Το τίναγμα και οι κινήσεις του χεριού προκαλούν υποχώρηση των συμπτωμάτων. Αρχικά οι ενοχλήσεις είναι παροδικές και ήπιες αλλά σταδιακά μπορεί να γίνουν μόνιμες και έντονες με σημαντική λειτουργική δυσχέρεια.
Η διάγνωση γίνεται με κλινικό-εργαστηριακό έλεγχο. Η εξέταση περιλαμβάνει καταγραφή ιστορικού με στόχο την ανίχνευση πιθανών αιτιολογικών παραγόντων, κλινικές δοκιμασίες για την αναπαραγωγή των συμπτωμάτων, έλεγχο αισθητικότητας και μυϊκής ατροφίας, απεικονιστικό έλεγχο ή ηλεκτροφυσιολογικό έλεγχο της λειτουργίας του μέσου νεύρου, όπου κριθεί αναγκαίο. Ο έλεγχος πρέπει να είναι λεπτομερής καθώς παρόμοια συμπτώματα μπορεί να παρουσιάσουν παθήσεις με άλλες αιτίες. Επίσης η πίεση του μέσου νεύρου μπορεί να υφίσταται και σε άλλα σημεία, όπως στον αγκώνα (σύνδρομο πρηνιστή), αλλά και σε δύο σημεία (σύνδρομο διπλής πίεσης – double crush syndrome). Η λανθασμένη διάγνωση δυστυχώς αναμενόμενα οδηγεί και στην επιλογή ακατάλληλης θεραπείας.
Η θεραπεία του συνδρόμου καρπιαίου σωλήνα είναι συντηρητική ή χειρουργική ανάλογα την αιτιολογία και την βαρύτητα των ευρημάτων ενώ έχει στόχο την ανακούφιση των συμπτωμάτων αλλά και να αποτρέψει την πρόοδο της βλάβης στο μέσο νεύρο.
Όσον αφορά την συντηρητική θεραπεία, εφαρμόζεται σε αρχικά στάδια με ήπιες ενοχλήσεις ή σε περιπτώσεις που πιθανόν να υπάρχει παροδικός ή αναστρέψιμος αιτιολογικός παράγοντας και έχει στόχο την ανακούφιση των συμπτωμάτων. Χρησιμοποιούνται κηδεμόνας για την αποφυγή της κάμψης του καρπού κατά την διάρκεια την νύχτας, αντιφλεγμονώδης αγωγή μικρής διάρκειας και τροποποίηση των δραστηριοτήτων που επιδεινώνουν τα συμπτώματα. Ο κηδεμόνας μπορεί να χρησιμοποιηθεί και την ημέρα ως προφύλαξη κατά την διάρκεια των επιβαρυντικών δραστηριοτήτων. Αποτελεσματική είναι και η έγχυση κορτικοειδών εντός του καρπιαίου σωλήνα με μακροχρόνιο αποτέλεσμα σε περιπτώσεις με αναστρέψιμη αιτιολογία.
Η χειρουργική θεραπεία εφαρμόζεται σε αποτυχία της συντηρητικής αγωγής και σταδιακή επιδείνωση των συμπτωμάτων. Η επέμβαση πραγματοποιείται με ανοικτή ή ενδοσκοπική τεχνική. Στην ανοικτή τεχνική, μέσω μιας μικρής τομής στην παλαμιαία επιφάνεια του καρπού, ανευρίσκεται ο εγκάρσιος σύνδεσμος, ακολουθεί η διατομή του και έτσι αποσυμπιέζεται το μέσο νεύρο. Στην ενδοσκοπική-αρθροσκοπική τεχνική, η διατομή του εγκάρσιου συνδέσμου γίνεται μέσω πολύ μικρής οπής, η οποία όμως δεν πλεονεκτεί σημαντικά σε σχέση με την κλασσική ανοικτή επέμβαση.
Η επέμβαση γίνεται με τοπική αναισθησία χωρίς ανάγκη νοσηλείας και η επιστροφή σε ήπιες καθημερινές δραστηριότητες γίνεται σύντομα αλλά προοδευτικά. Για απαιτητικές και αθλητικές δραστηριότητες θα χρειαστεί σαφώς περισσότερος χρόνος. Σε περιπτώσεις με μακροχρόνια συμπτώματα πίεσης, ατροφία μυών ή ευρήματα βλάβης του νεύρου θα χρειαστεί πολύ περισσότερος χρόνος για την πλήρη αποκατάσταση ενώ υπάρχει και η πιθανότητα μη πλήρους επαναφοράς της λειτουργίας του νεύρου. Το ποσοστό επιπλοκών που θα οδηγήσουν σε επανεπέμβαση είναι πολύ χαμηλό.